Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2019

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΣΥΓΚΛΗΣΗ Β ΕΤΗΣΙΑΣ ΕΚΛΟΓΟΑΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΒΟΛΗ ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΩΝ





Συνάδελφοι

Με την πιο κάτω επισυναπτόμενη ανακοίνωση σας ενημερώνουμε ότι σύμφωνα με το καταστατικό της Ένωσης, το διοικητικό συμβούλιο αποφάσισε την διενέργεια εκλογοαπολογιστικής συνέλευσης .
Για τον σκοπό αυτό οι συνάδελφοι που επιθυμούν να θέσουν υποψηφιότητα, να το δηλώσουν ενυπογράφως, στέλνοντας σχετική αίτηση, στην οποία να αναφέρουν με σαφήνεια το όργανο στο οποίο θέτουν υποψηφιότητα.
Η αποστολή της αίτησης να γίνει μέχρι την αναφερόμενη ημερομηνία μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο email: electrologoiypa@gmail.com.
Για οποιαδήποτε πληροφορία, μπορείτε να επικοινωνήσετε με Πρόεδρο ή με τον Γενικό Γραμματέα στα αναφερόμενα τηλέφωνα.




Κυριακή 9 Ιουνίου 2019

Έχουμε εχθρούς ή δεν μπορούμε να ελέγξουμε τους κακούς μας εαυτούς;




Είναι γεγονός, και όχι αδικαιολόγητα, πως το παιχνίδι της ζωής έχει περισσότερους υποψηφίους παρά νικητές. Στον αγώνα της ζωής ο καθένας από εμάς αφιέρωσε μεγάλη προσπάθεια και προετοιμασία, σε σπουδές, σε πολυετή εργασία, σε κοινωνική και συνδικαλιστική δράση. Κάποτε έρχεται η ώρα που πρέπει να θερίσει ότι έσπειρε.
Όπως στην ζωή λοιπόν έτσι και σε ένα μέρος αυτής τον συνδικαλισμό οι νίκες και οι ήττες είναι υπαρκτά φαινόμενα, τα οποία όμως είναι καλό να τα αναγνωρίζουμε, να τα μελετούμε και με βάση αυτά να χαράζουμε τις επόμενες κινήσεις μας.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να αντιληφθούμε ότι για κάθε αποτέλεσμα η ευθύνη βαρύνει όλους εμάς, διότι εμείς είμαστε αυτοί που αποφασίσαμε να αγωνιστούμε με τον όποιο τρόπο για την επίτευξη του στόχων μας.
Το αποτέλεσμα των δράσεών μας είναι ανάλογο της συμπεριφοράς μας, της δουλειάς την οποία κάναμε για να πείσουμε όλους αυτούς που μας διοικούν και μας εξουσιάζουν και του συλλογικού και ενωτικού μας αγώνα, που για κάποιους λόγους μέχρι σήμερα δεν κατορθώσαμε να τον φανερώσουμε και να τον κάνουμε πράξη.
Σε κάθε συνδικαλιστικό αγώνα, είμαστε αντιμέτωποι με τα προβλήματα που κυριαρχούν στην εργασιακή  ζωή μας και τα οποία αποφασίζουμε συλλογικά να αντιμετωπίσουμε. Οι εχθροί μας λοιπόν είναι τα προβλήματα και με αυτά αποφασίζουμε να συγκρουστούμε. Ο αγώνας που καλούμαστε να κάνουμε είναι πρώτα και κύρια με τους εαυτούς μας, αλλά και με τις λύσεις που έχουμε επεξεργαστεί και αποφασίσει.
Οι συμπεριφορές μας όμως στην πορεία αυτή κινούνται ανεξέλεγκτα, χωρίς τον ανάλογο αυτοέλεγχο. Αυτή είναι η κύρια αιτία που μας εκτρέπει από τον στόχο και στην ουσία μας σαμποτάρουν, αφού δεν μας αποσπούν μόνο από την επιτυχία αλλά μας προστατεύουν και από την καταστροφή.
Προσπαθούμε κάθε φορά με τον τρόπο μας και την εν γένει πρακτική μας να  εκτρέπουμε την συνείδησή μας από αυτό που θέλουμε και παθητικά με την στάση μας αποδεχόμαστε και βάζουμε μπροστά αυτά που φοβόμαστε.
Όταν βρισκόμαστε μπροστά σε μια πρόκληση, το μυαλό μας έχει έναν μηχανισμό που προσπαθεί να προστατέψει την αυτοεκτίμηση και το είναι μας.
Όταν λοιπόν ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα αποτελέσματα που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως επιτυχή, τότε μπορούμε αυτό να το αιτιολογήσουμε με δύο τρόπους:
1. Να συμπεράνουμε πως εξαπατηθήκαμε, αφού πιστέψαμε στις υποσχέσεις που λάβαμε, ή ότι οι ικανότητες μας είναι ανεπαρκείς ή  ο όλος σχεδιασμός ήταν λανθασμένος και
2. Να βρούμε ή να κατασκευάσουμε μια βολική δικαιολογία, προκειμένου να σκεπάσουμε τους πραγματικούς λόγους της μη επιτυχίας.
Όμως, ο συγκεκριμένος μηχανισμός άμυνας έχει μια πιο σκοτεινή πλευρά.
Αν ο φόβος της απόρριψης γίνει πολύ δυνατός, ξεκινάμε να δημιουργούμε δικαιολογίες ακόμη και πριν αποτύχουμε.
Ωστόσο δεν υπάρχει διαμορφωμένο οριστικό αποτέλεσμα που μπορεί να χαρακτηριστεί ως αποτυχία γι’ αυτόν που δεν έχει απολέσει το κουράγιο του, τον χαρακτήρα του, τον αυτοσεβασμό του, την αυτοπεποίθησή του, την αγωνιστική του διάθεση.
Γιατί το μεγαλύτερο ποσοστό των αποτυχιών οφείλονται σε ανθρώπους που έχουν ως άλλοθι και βασική συνήθεια πάντα να εφευρίσκουν δικαιολογίες.
Ένας άνθρωπος που δίνει αγώνα μπορεί να έχει και  αποτυχίες, αλλά δεν είναι και δεν πρέπει να θεωρηθεί αποτυχημένος μέχρι τη στιγμή που θα αρχίσει να κατηγορεί κάποιον άλλον.
Οι δικαιολογίες όμως χρειάζονται για άλλον λόγο, διότι μας επιτρέπουν να προσπεράσουμε τις όποιες αποτυχίες, όταν είναι απαραίτητο και κυρίως να δούμε με μια πιο αισιόδοξη ματιά την όλη κατάσταση, οπότε να προσπαθήσουμε ξανά.
Όπως κάθε επιτυχία δεν πρέπει να έχει φωτοστεφανωμένους, έτσι και κάθε αποτυχία δεν πρέπει να κρύβει εχθρούς. Κι αυτό γιατί και η επικράτηση ή η αντιμετώπιση των εχθρών θα πρέπει να είναι ενταγμένη μέσα στον γενικότερο σχεδιασμό του αγώνα. Άρα η αποτυχία μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει εχθρό μόνο ως αίτιο που όμως του επετράπη είτε με ανοχή είτε με αδιαφορία, να παρέμβει και να κυριαρχήσει μηδενίζοντας ή ελαχιστοποιώντας τα επιχειρήματά μας και όχι ως βασικός συντελεστής του αποτελέσματος.
Το μυστικό της κάθε επιτυχίας είναι να αγωνίζεσαι, να λες πολύ λίγα να υπόσχεσαι ακόμη λιγότερα και στο τέλος να παραδίνεις πολλά περισσότερα.
Η επιτυχία δεν μετριέται απ’ αυτό που έχουμε κερδίσει, αλλά από την αντίσταση που συναντήσαμε και από την δύναμη που διαθέσαμε στη μάχη απέναντι στις αμέτρητες δυσκολίες που συναντήσαμε και καταφέραμε τελικά να αντιμετωπίσουμε.
Με αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, φαίνεται να μην έχουμε αντιληφθεί ότι ο κόσμος αλλάζει, οι εργασιακές συνθήκες ανατρέπονται, δουλειές βρίσκονται σε εργασιακή ανασφάλεια, αλλά οι δράσεις μας ως συνδικαλιστικό κίνημα, έχουν μείνει ακόμα  στην εποχή των παχιών αγελάδων, των συντεχνιακών των κλαδικών διεκδικήσεων και γιατί όχι των κομματικών σκοπιμοτήτων. Πιστεύουμε εύκολα κάθε εξαγγελία και περιμένουμε απαθείς και πλήρως αδρανοποιημένοι την υλοποίηση κάθε υπόσχεσης.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι κυρίαρχος και αδιαπραγμάτευτος στόχος του συνδικαλιστικού κινήματος είναι η υπεράσπιση και η διασφάλιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Κάθε παρέκκλιση από αυτό τον στόχο   οδηγεί μοιραία στην απαξίωση του συνδικαλιστικού κινήματος. Επειδή αυτό θέλω να πιστεύω ότι δεν υπάρχει ούτε ως σκέψη πολλώ δε μάλλον ως πρακτική, τότε τίποτε δεν χάθηκε. Το μόνο που χάθηκε πραγματικά είναι ο χρόνος και η  δράση για την επίτευξη του στόχου.
Όσο το συνδικαλιστικό κίνημα θα παραμένει προσηλωμένο σε λαθεμένες αντιλήψεις του παρελθόντος και δέσμιο στα χέρια παραγόντων, ή κομματικών εντεταλμένων, τότε το αδιέξοδο θα συνεχίζεται. Τότε ο φόβος θα προσπαθεί να βγει μπροστά και να ελέγξει την συνείδησή μας, την αυτοτέλειά μας, την διάθεσή μας για αγώνα και δικαίωση.
Ένας  συνδικαλισμός χωρίς δημοκρατικές διαδικασίες, αντιπροσωπευτικότητα, συμμετοχή και κυρίως χωρίς έμπρακτο αγώνα έχει αποδειχθεί ότι οδηγεί με σιγουριά σε φαινόμενα παρακμής και σήψης.
 Σε ένα θολό τοπίο, όπως αυτό που έχει διαμορφωθεί σήμερα η αγανάκτηση και ο θυμός συμβαδίζουν με τον φόβο. Είναι επικίνδυνο και συνάμα θλιβερό να υποστηρίζουμε ότι ο φόβος θα μας κυριαρχήσει και θα «κάτσουμε στα αυγά μας», θα γίνουμε καλά παιδιά και θα συμμορφωθούμε προς τις έμμεσες υποδείξεις αυτών που μας διοικούν και ασκούν εξουσία.
Στο χέρι μας είναι να αναδείξουμε το συγκριτικό μας πλεονέκτημα, τη δύναμή μας και με αυτή να πορευτούμε μέχρι την οριστική εκπλήρωση των στόχων και των επιδιώξεών μας.
Οι εχθροί μας συνεπώς είναι τα προβλήματά μας και οι κακοί και ανεξέλεγκτοι εαυτοί μας, και αυτά καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε και μάλιστα τώρα.

Δευτέρα 22 Απριλίου 2019

Η ανοχή δεν πρέπει να καταλήξει σε συνενοχή.



Με σκεπτικισμό, έντονο προβληματισμό, αλλά και εκνευρισμό παρακολουθούμε τα όσα συμβαίνουν το τελευταίο χρονικό διάστημα στην υπηρεσία μας. Όχι απαθείς, ούτε όμως και βιαστικοί για το επόμενο βήμα.
Κάποιοι, οι οποίοι δυστυχώς είναι πολλοί, εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να ασελγούν στο κουφάρι της ΥΠΑ και κάνουν ότι μπορούν να περιορίσουν και το έργο της αλλά κι την αποστολή της.  
Κάποιοι άλλοι αισθανόμενοι ότι ανήκουν στις εξαιρέσεις, ευκολόπιστοι στις υποσχέσεις, προσπαθούν να ασχολούνται με θέματα που φαίνονται πολύ ωφέλιμα, αλλά δεν εγγυώνται σταθερότητα, ανάπτυξη και βιωσιμότητα της Υπηρεσία μας.
Βασική επιλογή όλων είναι η  μη σύγκρουση, αφήνοντας σοβαρά θέματα που έχουν να κάνουν με την λειτουργικότητα και την αποτελεσματικότητα της Υπηρεσίας μας, κάτω από το χαλί.
Ακολουθούν τον δρόμο της υπομονής, προσδοκώντας σε κάτι καλό για όλους, χωρίς ωστόσο αυτό να προδιαγράφεται και να διασφαλίζεται χρονικά.
Προχωρούν στον μονόδρομο της ελπίδας έτσι όπως αυτοί τον διαμόρφωσαν, προσπερνώντας τα υπαρκτά εμπόδια που βάζουν φρένο στην λειτουργία και την ανάπτυξη της Υπηρεσίας,  χωρίς να ακούν όλους τους ήχους που εκπέμπονται και πολλοί από αυτούς με εκκωφαντικό τρόπο, χωρίς να κοιτάζουν και να βλέπουν αυτά τα ευτράπελα και ιδίως τα παράνομα που συμβαίνουν γύρω τους.
Η υπομονή, ανοχή, είναι αρετή και συνάμα ευθύνη για όποιον την κατέχει.
Πολλοί λένε ότι η υπομονή είναι η τέχνη της ελπίδας, αρκεί αυτή να διαθέτει τους κανόνες της και πολύ περισσότερο να έχει διαμορφωμένα τα όριά της.
Αν όμως εξαντληθεί ο χρόνος της και αν αυτή πάει πολύ μακριά, ακουμπά τα όρια της δειλίας. Δεν θα ήθελα όμως να πιστέψω ότι μπορεί να εκτραπεί και στα σκοτεινά μέρη της συναλλαγής.
Σε πολλές των περιπτώσεων όμως και η ανοχή είναι συνώνυμη του συμβιβασμού ή της  αδιαφορίας. 
Αυτή η ανοχή όμως είναι ένοχη. Και αυτό γιατί κάθε πράξη ή απραξία καταλήγει σε αποτέλεσμα.
Στην περίπτωση αυτή το θράσος με την ανοχή αποθρασύνεται και τότε γίνεται αυτό που λέγεται και είναι παρανομία.
Τότε είναι που οι συνδικαλιστικοί και οι ελεγκτικοί φορείς πρέπει να δράσουν και να απαιτήσουν από το κράτος να παρέμβει.
Αυτό όμως όταν δε γίνεται ή όταν δεν εισακούονται, τότε το κράτος αποδεικνύεται αδύναμο, αν όχι ανύπαρκτο, για  να προστατεύσει τα συμφέροντα του Δημοσίου, τους υπαλλήλους,  και τότε ο φόβος και η ανασφάλεια εδραιώνονται, αφού το εργασιακό αντικείμενο εκχωρείται και μάλιστα παρανόμως. Τότε είναι που η κλεψύδρα του χρόνου του εργασιακού μέλλοντος αρχίζει να κυλά.  
Ως άνθρωποι είμαστε πλασμένοι για να αντέχουμε και αντέχουμε πολλά. Από την άλλη η αντίσταση στη φθορά και την αλλοτρίωση, το σθένος της αντιμετώπισης αντίξοων καταστάσεων και η καρτερία, προσδίδουν στην ανοχή μια βαρύτητα και μια διαχρονικά ευρύτατη παρουσία στην ζωή του ανθρώπου.
Η πραγματικότητα σήμερα προκαλεί με ποικίλους τρόπους την αντοχή μας και μάλιστα καίρια, γιατί έρχεται ως ώριμο έργο, έτοιμο να επιδράσει και να μας επηρεάσει και που πολλές φορές δείχνει να έχει χάσει το όριο της ανοχής και να πιέζει σχεδόν αφόρητα το ζήτημα της αντοχής.
Πολλά πράγματα ενώ είναι αποσαφηνισμένα και πλήρως οριοθετημένα εν τούτοις κάποιοι εντέχνως προσπαθούν να τα παρουσιάσουν διαφορετικά, δημιουργώντας έτσι ανεξήγητη αναστάτωση, αλλά και τετελεσμένα γεγονότα.
Κάποιοι δεν αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούν στο όνομα της οικονομικής ανέχειας της Υπηρεσίας μας, η οποία όμως είναι αποτέλεσμα λαθεμένων πράξεων, να ενδίδουν στις όποιες παράνομες αξιώσεις ενός ανθρώπου που δείχνει να μην νοιάζεται για το κατρακύλισμα της Υπηρεσίας μας.
Είναι πλέον γεγονός ότι δεν ιδρώνει κανενός το αυτί για θέματα και ζητήματα που άπτονται της ασφάλειας των εγκαταστάσεων και της αποτελεσματικής λειτουργίας της υπηρεσίας, που είναι αποκλειστική αρμοδιότητα και ευθύνη της Υπηρεσίας μας. Η Υπηρεσία μας δεν είναι δομημένη να λειτουργεί με χρήση αυτόματου πιλότου ή με την βοήθεια πάντα του μεγαλοδύναμου. Η εξασφάλιση των ελάχιστων πιστώσεων για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της είναι η πρώτη προτεραιότητα που πρέπει να απασχοληθεί όλους αυτούς που κρατούν το πηδάλιό της.
Η μέθοδος της ζητιανιάς ή της  εκχώρησης αρμοδιοτήτων, είναι πράξεις ποινικά κολάσιμες και πρέπει αυτοί που τις προτείνουν αλλά και αυτοί που δέχονται να τις υλοποιήσουν να γνωρίζουν ότι αναλαμβάνουν ευθύνες πέρα από το υπερεσιακό τους μπόι και τα καθήκοντά τους.
Οι «λύσεις» που βρίσκουν είναι βλαπτικές και ζημιογόνες για την Υπηρεσία και το Δημόσιο. Χωρίς δημιουργική σκέψη, χωρίς συναδελφική αλληλεγγηύη, με αυξημένα τα αισθητήρια της πονηριάς και της δόλιας συμπεριφοράς καταλήγουν σε αβάσιμα συμπεράσματα που είναι εκτός πραγματικότητας και χωρίς ενδεχομένως να το συνειδητοποιούν εκχωρούν αρμοδιότητες που ανήκουν στην ΥΠΑ στον παραχωρησιούχο.
Με έντεχνο τρόπο προσπαθούν να συρρικνώσουν την Υπηρεσία μεταβιβάζοντας εμμέσως με το έτσι θέλω και παρανόμως την αρμοδιότητα της τεχνικής υποστήριξης της αεροναυτιλίας στον παραχωρησιούχο στα 14 αεροδρόμια.
Θέλουν να πιστεύουν ότι όταν όποιος  δείχνει ανοχή, διαθέτει  απεριόριστη ανεκτικότητα.
Με την στάση τους και την εν γένει πρακτική τους δείχνουν να μην γνωρίζουν ότι  η ανοχή φτάνει στα όριά της,  και  τότε ακούγεται, ήδη αρχίζει να εκδηλώνεται, το «φτάνει πια δεν το ανεχόμαστε άλλο, ή το  «φτάνει πια δεν αντέχουμε άλλο. Τότε είναι που συναντιούνται η ανοχή και η αντοχή.  Η ανοχή και η αντοχή έχουν όρια  που ενίοτε εξαντλούνται,  γιατί εξαντλείται η υπομονή που απαιτείται και στις δυο περιπτώσεις.
Τότε είναι η κατάλληλη στιγμή που πρέπει να γίνει η πιστή εφαρμογή της ανοχής, ανοχής με τη βολταιρική έν­νοια. Και αυτό σημαίνει στάση δυναμική και δεκτική ταυτόχρονα, στάση που πρέπει να χαρακτηρίζει κάθε συνειδητοποιημένο και  ώριμα σκεπτόμενο κοινωνικοποιημένο άνθρωπο.
Γνωρίζουν, θέλουμε να πιστεύουμε ότι οι ανεκτικοί δεν σπαταλούν τις λέξεις για να δείξουν την αξία τους, την ευαισθησία τους, τη δύναμή τους.
Γνωρίζουν επίσης ότι οι υπομονετικοί άνθρωποι δεν είναι βλάκες. Δεν υστερούν σε εξυπνάδα, πονηριά κι ευθύτητα. Δεν ξεγελιούνται με ταξίματα και υποσχέσεις που πίσω τους έχουν ουρές και σέρνουν υποχρεώσεις και ιδίως ομηρία και ανασφάλεια. Ζυγίζουν τα λόγια τους κι όταν αναγκαστούν να τα πούν θα έχει εξαντληθεί κάθε ίχνος υπομονής.
Η λελογισμένη ανοχή, είναι πράγματι ένα από τα χαρακτηριστικά της δημοκρατικής συμπεριφοράς, αναγκαία στην κοινωνία.  
Εξυπακούεται βέβαια πως μια τέτοια δυναμική ανοχή, για να γίνει βάλσαμο κάθε κοινωνικής πληγής, πρέπει να είναι αμοιβαία. Χωρίς το στοιχείο της αμοιβαιότητας, η ανοχή γίνεται δραματικό θεατρικό έργο με δύο πρόσωπα, που το ένα παίζει το ρόλο του θύτη και τ' άλλο το ρόλο του θύματος.

H αντοχή πάλι, σωματική και ψυχική, είναι δώρα στον άνθρωπο για να αντεπεξέλθει στα δύσκολα.  Όμως και η ανοχή και η αντοχή έχουν όρια που όταν  προκαλούνται ή γίνεται υπέρβασή τους, τότε  αναγκαστικά ακολουθούν οι συνέπειες, τότε είναι που η λογική και το αίσθημα ευθύνης  επικρατεί και κυριαρχεί όλους μας κι αυτό γιατί δεν πρέπει να καταλήξει σε ενοχή και σε συνενοχή.